σκηνοθεσία

σκηνοθεσία
Το σύνολο διάφορων δραστηριοτήτων, καλλιτεχνικών και τεχνικών, που τείνουν στην πραγμάτωση της δραματικής ατμόσφαιρας ενός θεατρικού κειμένου. Στην κλασική αρχαιότητα και στο μεσαιωνικό θέατρο καθήκοντα σκηνοθέτη ασκούσαν οι συγγραφείς. Από το 16o αι. όμως η σ. ήταν έργο ενός ηθοποιού και κατά κανόνα του θιασάρχη· Η σ. βασίζεται στο κείμενο, στον ηθοποιό και στη σκηνή. Ο σκηνοθέτης για να σκηνοθετήσει ένα έργο μελετά το κείμενο επιλέγει το δραματικό χώρο (σκηνογραφίες, κοστούμια, μουσική, θόρυβοι) ρυθμίζει τη δράση (ερμηνεία ηθοποιών, ορθοφωνία, κλπ.), εκλέγει τους ερμηνευτές, διανέμει τους ρόλους και διευθύνει τις δοκιμές (πρόβες). Στο μουσικό θέατρο και ιδίως στο λυρικό, ο σκηνοθέτης, εκτός από ειδικές περιπτώσεις, περιορίζεται στο οπτικό μέρος της παράστασης (σκηνογραφία, κοστούμια, φώτα, κίνηση). Υπεύθυνος της ερμηνείας είναι ο διευθυντής ορχήστρας και ο μαέστρος της συναυλίας. Στον κινηματογράφο η σ. έχει ρόλο εντελώς διαφορετικό γιατί εκεί ο σκηνοθέτης είναι μάλλον δημιουργός εικόνων. Πολύ συχνά, κατά τη διάρκεια του γυρίσματος, το σενάριο αλλοιώνεται από το σκηνοθέτη, κατά την κρίση του. Μια σημαντική φάση της εργασίας του σκηνοθέτη είναι η ετοιμασία του φιλμ. Κατά τη διάρκεια της ετοιμασίας αυτής ο σκηνοθέτης αφιερώνεται στην επιλογή των σημαντικών συνεργατών του: του οπερατέρ, του σκηνογράφου, του ενδυματολόγου, του βοηθού σκηνοθέτη, με τους οποίους συζητά και καθορίζει το χαρακτήρα της ταινίας, Η προπαρασκευαστική περίοδος τελειώνει συνήθως με το γύρισμα των «δοκιμαστικών» που χρησιμεύουν στον οπερατέρ και στο σκηνοθέτη για να επιβεβαιώσουν τη φωτογραφική απόδοση του οπτικού υλικού και τη φωτογένεια ή καταλληλότητα για το ρόλο, κυρίως των δευτερευόντων ηθοποιών. Όταν τελειώσουν οι λήψεις η ταινία περνά στη φάση του μοντάζ. Έτσι αρχίζει για το σκηνοθέτη η πιο λεπτή φάση της δημιουργικής του εργασίας, που αποβλέπει στο να αποχτήσει η ταινία αφηγηματικό ρυθμό. Η σκηνοθετική εργασία ολοκληρώνεται με την ηχητική επένδυση. Μετά το 1960 η διάδοση της τηλεόρασης υπήρξε αφορμή για την ειδίκευση στη σ. των τηλεοπτικών ταινιών.
* * *
η, Ν
1. η τέχνη τού συντονισμού και τού ελέγχου όλων τών καλλιτεχνικών στοιχείων τής παράστασης ενός θεατρικού έργου, μιας όπερας, μιας κινηματογραφικής ταινίας, ενός τηλεοπτικού προγράμματος, μιας ραδιοφωνικής εκπομπής ή μιας γενικότερης καλλιτεχνικής εκδήλωσης, συντονισμού στον οποίο συμπεριλαμβάνονται, συνήθως, η διδασκαλία τού έργου και η καθοδήγηση τών ερμηνευτών
2. μτφ. προετοιμασία και εκτέλεση πράξης με σκοπό την παραπλάνηση και εξαπάτηση κάποιου ή την ενοχοποίησή του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σκηνή + -θεσία (< -θέτης < τίθημι). Η λ. μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Εφημερίς].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • σκηνοθεσία — η 1. η τέχνη της καλλιτεχνικής απόδοσης ενός έργου στο θέατρο, τον κινηματογράφο ή την τηλεόραση: Το έργο αυτό πήρε βραβείο καλύτερης σκηνοθεσίας. 2. τέχνασμα προς εξαπάτηση ή ενοχοποίηση κάποιου: Δεν μπόρεσε ο κατηγορούμενος να αντιληφτεί τη… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Κινηματογράφος — ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ Η παρατεταμένη προϊστορία Στο ξεκίνημα του εικοστού αιώνα ο ελληνικός κινηματογράφος ακολουθεί κοινή πορεία με τον κινηματογράφο των υπόλοιπων μικρών περιφερειακών χωρών, οι οποίες παρακολουθούν με θαυμασμό και τάσεις… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • σκηνοθετικός — ή, ό, Ν αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον σκηνοθέτη ή στη σκηνοθεσία (α «σκηνοθετική αντίληψη» β. «σκηνοθετικό ύφος»). [ΕΤΥΜΟΛ. < σκηνοθεσία. Το επίθ. μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Εφημερίς] …   Dictionary of Greek

  • Άπια, Αντόλφ — (Adolphe Appia, Γενεύη 1862 – Νιόν 1928). Ελβετός θεωρητικός του θεάτρου και σκηνογράφος. Οι ιδέες του και το σκηνογραφικό του έργο για το λυρικό θέατρο, ιδιαίτερα για τις όπερες του Βάγκνερ, αποτελούν, μαζί με τη δουλειά του Γκόρντον Κρέιγκ, τα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”